Στις ψυχολογικές επιπτώσεις που επιφέρει η οικονομική κρίση στα παιδιά και τους εφήβους, καθώς και στους τρόπους αντιμετώπισης μέσα από χρήσιμες και πρακτικές συμβουλές αναφέρθηκαν οι ειδικοί επιστήμονες του Κέντρου Ψυχοκοινωνικής Υποστήριξης Δήμου Αμαρουσίου στην ενημερωτική εκδήλωση που διοργάνωσε ο Οργανισμός Κοινωνικής Πολιτικής και Αλληλεγγύης.
Καλωσορίζοντας τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς που συμμετείχαν στην εκδήλωση ο Δήμαρχος Αμαρουσίου κος Γιώργος Πατούλης υπογράμμισε τη σημασία της πρόληψης για τη ψυχική υγεία της νέας γενιάς, ιδιαίτερα σήμερα που τα πρακτικά προβλήματα από την οικονομική κρίση πλήττουν σοβαρά την οικογενειακή ζωή. «Ο Δήμος Αμαρουσίου – πρόσθεσε- θέλοντας να συνδράμει την προσπάθεια κάθε οικογένειας, αλλά και των εκπαιδευτικών και να στηρίξει το έργο τους μπροστά σε αυτή την πρωτόγνωρη δύσκολη εποχή έχει θέσει στην υπηρεσία των πολιτών τις κοινωνικές υπηρεσίες του Δήμου, προκειμένου να έχουν τη βοήθεια που χρειάζονται για να θωρακίσουν την υγεία των νέων μας. Στόχος μας πρόσθεσε είναι να στηρίξουμε κάθε ευπαθή κοινωνική ομάδα της πόλης μας, με κοινωνική ευαισθησία, ώστε κανείς να μη νοιώθει μόνος και αβοήθητος.»
Ο Πρόεδρος του Οργανισμού Κοινωνικής Πολιτικής & Αλληλεγγύης κος Νικόλαος Κάββαλος, αναφέρθηκε στην προβληματική δομή και λειτουργία του ελληνικού κράτους, η οποία εντείνει τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης, που αποτελούν μια δοκιμασία για το πολιτικό και κοινωνικό σύστημα. Έμφαση έδωσε στην πρωτογενή παρέμβαση που θα πρέπει να εμπειριέχει προγράμματα ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης του πληθυσμού απέναντι σε ζητήματα ψυχικής υγείας. Στο πλαίσιο αυτό αναφέρθηκε στο εκτεταμένο δίκτυο κοινωνικών δομών και υπηρεσιών του Δήμου Αμαρουσίου που καλύπτει ανάγκες χιλιάδων συμπολιτών μας.
Στις ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης σε παιδιά και εφήβους αναφέρθηκε η Ψυχολόγος κα Κλεονίκη Τσιούγκου. Όπως σημείωσε «πέρα από τα πρακτικά προβλήματα που αντιμετωπίζει όποιος βλέπει το εισόδημά του να περικόπτεται ή να εξανεμίζεται, εξίσου σημαντική είναι και η «συμβολική» κατάρρευση που αντιμετωπίζει. Το γενικευμένο αίσθημα αβεβαιότητας και ανασφάλειας αποτυπώνεται στη θεαματική αύξηση των περιστατικών που χρειάζονται ψυχιατρική βοήθεια, με ή χωρίς φαρμακευτική αγωγή με κυρίαρχα τα συμπτώματα άγχους και κατάθλιψης.
Οι ψυχοπιεστικές συνθήκες της κρίσης διαμορφώνουν αρνητικό περιβάλλον για τη ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη της ευπαθέστερης των κοινωνικών ομάδων που είναι τα παιδιά και οι νέοι. Οι οικογένειες και τα παιδιά που είχαν προβλήματα πριν την οικονομική κρίση είναι τώρα ιδιαίτερα ευάλωτα. Ένα στρεσογόνο οικογενειακό περιβάλλον αποτελεί πηγή έντονου άγχους για το παιδί και τον έφηβο που μπορεί να εκδηλωθεί με άγχος, κατάθλιψη, σωματικά συμπτώματα, παραβατική συμπεριφορά και δράσεις εκφοβισμού στο σχολείο.
Οι ίδιοι οι έφηβοι δηλώνουν ότι η οικονομική κρίση έχει σοβαρές συνέπειες στην οικογενειακή ζωή και τις σχέσεις τους (οικογενειακές και προσωπικές) ενώ έχει επηρεαστεί ο επαγγελματικός προσανατολισμός τους και τα σχέδιά τους για το μέλλον.
Οι γονείς καλούνται εν καιρώ κρίσης να διαχειριστούν πρώτα οι ίδιοι τις απώλειες που συνοδεύουν την κρίση, ώστε να υποστηρίξουν επαρκώς τα παιδιά τους, μεταφέροντας το μήνυμα ότι σε συνθήκες δοκιμασίας υπάρχει μια τέχνη του ανταπεξέρχεσθαι η οποία μπορεί να είναι μέγιστο μάθημα ζωής για το παιδί.»
Χρήσιμες και πρακτικές συμβουλές που μπορούν να ακολουθήσουν οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί, προκειμένου να αφουγκραστούν και να υποστηρίξουν τα παιδιά τους, ενώ οι ίδιοι πλήττονται σοβαρά σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, ανέφερε η Ψυχολόγος κα Φωτεινή Ιωαννίδη.
«Τα παιδιά –υπογράμμισε- ανάλογα με το οικογενειακό περιβάλλον όπου μεγαλώνουν, ζουν την κρίση με διαφορετικό τρόπο. Είναι σημαντικό, οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί να είναι καλοί ακροατές και παρατηρητές των παιδιών και των μαθητών τους, να αναγνωρίζουν και να αξιολογούν τις ανάγκες τους.
Τα παιδιά χρειάζονται απαντήσεις για αυτά που συμβαίνουν γύρω τους με απλά λόγια και προσαρμοσμένα στην ηλικία τους. Είναι καλύτερα να γνωρίζουν, παρά να φαντάζονται. Είναι και δικιά μας όμως υποχρέωση να διασφαλίσουμε ότι μπορούν να συνεχίσουν να αισθάνονται και να ζουν ως παιδιά, καθώς και να φροντίσουμε να αποκτήσουν τη ψυχική ανθεκτικότητα έτσι ώστε να αντιμετωπίζουν τις αντιξοότητες.
Σημαντικό είναι ακόμα να γνωρίζουμε ότι το πώς ανταποκρίνονται τα παιδιά και οι έφηβοι σε μια κατάσταση εξαρτάται κατά κύριο λόγο από τον τρόπο που αντιλαμβάνονται τους ενήλικες –γονείς και εκπαιδευτικούς- να ανταποκρίνονται σε αυτό.»