Με αφορμή το άρθρο γνώμης του Αρχαιολόγου κου Γ. Πάλλη που δημοσιεύθηκε στην έγκριτη εφημερίδα σας στο φύλλο της 28ης Ιουνίου 2014, θα θέλαμε να εκθέσουμε την άποψη μας, πάνω στην κριτική που ασκεί για το έργο της Βιοκλιματικής Ανάπλασης του Κέντρου.
Καθώς και να απαντήσουμε στο ερώτημα του συμπολίτη μας για το τι πραγματικά μένει στο Μαρούσι, μετά από την ολοκλήρωση του έργου αυτού.
Καταρχήν, είναι ένα έργο που χρειαζόταν η πόλη και ιδιαίτερα η εμπορική αγορά της. Η μέχρι πρότινος εικόνα του ιστορικού εμπορικού Κέντρου του Αμαρουσίου δεν ήταν αυτή που άρμοζε σε μια πόλη σαν τη δική μας. Κανένας σοβαρός συμπολίτης μας και ιδιαίτερα κανένας κάτοικος ή έμπορος του Κέντρου δεν μπορεί να ήταν ικανοποιημένος με τους σπασμένους πεζόδρομους , τον ελλιπή φωτισμό, την ανυπαρξία σύγχρονου δικτύου ύδρευσης κι απορροής ομβρίων υδάτων. Την ανάγκη να υπάρξει μια δραστική παρέμβαση δεν μπορούσε να την αμφισβητήσει κανείς. Οι μόνοι που την αμφισβήτησαν, ήταν κάποιοι επικεφαλής δημοτικών παρατάξεων, που όλα αυτά τα χρόνια αντιτίθενται σε κάθε έργο που γίνεται στην πόλη. Πρόκειται λοιπόν για ένα έργο που υλοποιήθηκε για να αναβαθμίσει την εικόνα της πόλης και της εμπορικής της αγοράς, κι όχι ασφαλώς για την επικοινωνιακή προβολή του Δημάρχου, όπως ατυχώς υποστηρίζει ο κ. Πάλλης.
Δεύτερον, κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι η ανάπλαση έγινε με βιοκλιματικά υλικά. Αυτό άλλωστε το πιστοποιεί το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, υπό την επιστημονική καθοδήγηση του οποίου έγινε η παρέμβαση σε όλα τα στάδιά της.
Τρίτον, για την αρχιτεκτονική σχεδίαση του όλου έργου και τον αστικό εξοπλισμό που τοποθετήθηκε, ο καθένας μπορεί να έχει την άποψη του. Σε άλλους μπορεί να αρέσει, σε άλλους ίσως όχι. Είναι δικαίωμα του κάθε συμπολίτη μας να έχει τη δική του άποψη και να την εκφράζει, αλλά δεν έχει δικαίωμα να περιφρονεί την άποψη και την προσπάθεια των υπολοίπων και να την απαξιώνει με μειωτικούς χαρακτηρισμούς, όπως «συντριβάνια – γούρνες», «απομίμηση πυξίδας», κλπ. Αυτή είναι πρακτική ανθρώπων με βάρβαρη αντίληψη , που με την ίδια ευκολία που σήμερα χαρακτηρίζουν ως γούρνες τα συντριβάνια, αύριο θα μπορούσαν να χαρακτηρίσουν π.χ. ως άχρηστες πέτρες τα μάρμαρα του Παρθενώνα. Όπως λοιπόν γίνεται σεβαστή η επιστημονική άποψη ενός αρχαιολόγου, θα πρέπει αντίστοιχα να είναι σεβαστή και η άποψη ενός αρχιτέκτονα. Αυτό επιτάσσει ο Πολιτισμός.
Τέταρτον, διαβεβαιώνουμε τον συμπολίτη μας κ. Πάλλη πως όταν θα ολοκληρωθεί το έργο της Βιοκλιματικής Ανάπλασης (σήμερα το έργο βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη), ο αριθμός των δέντρων που θα έχουν φυτευθεί θα είναι πολύ μεγαλύτερος από τον αριθμό των δέντρων που υπήρχαν στο Κέντρο και την πλατεία Αγίας Λαύρας, πριν το έργο ξεκινήσει.
Πέμπτον, ακόμη όμως και σήμερα, που η ανάπλαση δεν έχει ολοκληρωθεί στο 100%, βλέπουμε ότι οι πολίτες, οι κάτοικοι, οι επισκέπτες και οι έμποροι της αγοράς του Κέντρου μας, έχουν αποδεχθεί με ιδιαίτερο ενθουσιασμό κι ανακούφιση το έργο. Η μεγάλη οργανωτική επιτυχία και οι χιλιάδες των επισκεπτών που κατέκλυσαν το Κέντρο του Αμαρουσίου την πρώτη «Λευκή Νύχτα» που διοργάνωσε ο Δήμος σε συνεργασία με τον Εμπορικό Σύλλογο το Σάββατο 21 Ιουνίου, αποδεικνύει τη χρησιμότητα της παρέμβασης. Απαντά με καθαρό τρόπο στο ερώτημα τι πραγματικά μένει στο Μαρούσι.
Αυτό που μένει είναι λοιπόν μια εμπορική αγορά πιο όμορφη, πιο λειτουργική, πιο ανθρώπινη, πιο ζωντανή. Αυτό που μένει είναι μια περιοχή της πόλης μας που η αξία των ακινήτων της θα μεγαλώσει, προς όφελος των ιδιοκτητών – συμπολιτών μας. Μια αγορά που θα διατηρεί τις θέσεις απασχόλησης των εκατοντάδων εργαζομένων στις τοπικές μας επιχειρήσεις.
Αυτό είναι που μένει στην πόλη μας από την υλοποίηση της Βιοκλιματικής Ανάπλασης του Κέντρου.
Οφείλουμε δε να ξεκαθαρίσουμε, ότι η παρέμβαση αυτή κόστισε πολύ λιγότερα από τα 7.000.000 ευρώ που αναφέρει ο κ. Πάλλης, αφού το ποσό αυτό ήταν ο αρχικός προϋπολογισμός κι όχι το ποσό που δόθηκε. Το έργο κατοχυρώθηκε, μετά την έκπτωση που δόθηκε κατόπιν της διενέργειας του διαγωνισμού στα 3.759.254,24 ευρώ (χωρίς ΦΠΑ). Αυτό είναι το κόστος της Βιοκλιματικής Ανάπλασης.
Και είμαστε περήφανοι πραγματικά , γιατί τα χρήματα αυτά δόθηκαν από ευρωπαϊκά κονδύλια, χωρίς να επιβαρυνθούν οι συμπολίτες μας ούτε ένα ευρώ. Αξιοποιήθηκαν σε ένα έργο που χρειαζόμασταν και δεν σπαταλήθηκαν, όπως ατυχώς ισχυρίζεται με αρκετή δόση ιδεοληψίας ο κ. Πάλλης. Ευτυχώς ως Διοίκηση δεν είχαμε την αντίληψη του , γιατί αν δεν τα διεκδικούσαμε εμείς τα ευρωπαϊκά αυτά κονδύλια για την πόλη μας , κάποιος άλλος Δήμαρχος θα τα είχε πάρει για λογαριασμό των δικών του πολιτών και θα είχε χρηματοδοτήσει με αυτά, ένα έργο στη δική του πόλη. Τότε τι θα μας είχε μείνει; Η περηφάνια ότι δεν σπαταλήσαμε τα λεφτά του ΕΣΠΑ κι αφήσαμε σε άλλους τη δυνατότητα να το κάνουν;
Εμείς είμαστε λοιπόν περήφανοι αφενός γιατί αποδειχθήκαμε χρήσιμοι στην πόλη μας. Αφετέρου, γιατί δώσαμε την ευκαιρία σε συμπολίτες μας όπως ο κ. Πάλλης να μας ασκεί κριτική όχι για ένα έργο που δεν κάναμε, αλλά για ένα έργο το οποίο υλοποιήσαμε.