Σήμερα, το 2013, ενώ σε παγκόσμιο επίπεδο είναι γνωστές οι επιστημονικές θέσεις και απόψεις όλων των υγειονομικών φορέων περί Ορθολογικής Πολιτικής Φαρμάκου στη Δημόσια Υγεία, εδώ τα πλαίσια αυτής παραμένουν ασαφή με αποτέλεσμα να παραποιούνται πολλές φορές οι ρόλοι των επαγγελματιών υγείας εις βάρος του ασθενή πολίτη. Προσφάτως, στελέχη της φαρμακευτικής οικογένειας δημοσιοποίησαν ότι μέσα στα φαρμακεία όχι μόνο πρέπει να διαιωνίζεται η άσκηση Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (κάτι το οποίο επανειλημμένα καταδικάσαμε), αλλά ζητούν να γίνουν τα φαρμακεία Κέντρα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας..!!!
Το μόνο που δεν είπαν είναι ποιος θα φροντίζει την υγεία των πολιτών; ποιος θα αναλάβει την ευθύνη της υγείας τους και της ζωής τους;
Οι φαρμακοποιοί θα πρέπει να προσδιορίσουν το ρόλο τους: Είναι η ιατρική πράξη; είναι ο εμβολιασμός και οι ενέσεις; είναι οι κατευθυντήριες οδηγίες των θεραπευτικών σχημάτων που αναλαμβάνουν; ή είναι το φαρμακείο τους ένα εμπορικό κατάστημα που πουλούν τα απαιτούμενα φάρμακα;
Πάντως, σε καμία περίπτωση δε μπορούν να υποκαθιστούν ένα «εικονικό ιατρείο» …. ή ένα «κέντρο πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας»;
Όποιος το κάνει, πράττει βαθύτατο ατόπημα στη Δημόσια Υγεία, θέτει σε κίνδυνο τη ζωή του Ασθενή πολίτη, αλλά παράλληλα αντιποιεί το ιατρικό επάγγελμα, γεγονός που πλέον θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο εισαγγελικής παρέμβασης.
Τονίζουμε ότι η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας είναι ιατρική πράξη και το κράτος, παντού σε όλη τη χώρα, έχει γιατρούς για να την εφαρμόσει… Σε κάποια σημεία της χώρας, μπορεί φαρμακεία να μην υπάρχουν, όμως γιατροί υπάρχουν πάντα. Και, αν τη δεδομένη στιγμή μια απομακρυσμένη, δύσβατη ή παραμεθόρια περιοχή μείνει παροδικά χωρίς γιατρό, το κράτος οφείλει να σπεύσει άμεσα και να στείλει γιατρό στην αντίστοιχη περιοχή.
Δε μπορεί οι φαρμακοποιοί να υποκαθιστούν τους γιατρούς.
…όταν κάθε ίωση που δε χρειάζεται αντιβίωση, λαμβάνει από το φαρμακείο και ένα αντιβιοτικό, ας μην αναρωτιόμαστε γιατί η ανθεκτικότητα των αντιβιοτικών στην Ελλάδα είναι στα υψηλότερα ποσοστά όλης της Ευρώπης….
…όταν παρατηρούνται τέτοια φαινόμενα που ο φαρμακοποιός ελέγχει την καλλιέργεια ούρων και την ευαισθησία των αντιβιοτικών στα παθογόνα και επιλέγει την αντιβίωση, τη χορηγεί στον ασθενή στο σχήμα που ο ίδιος νομίζει και στη συνέχεια ο ασθενής πηγαίνει στον κλινικό γιατρό του μόνο για να του χορηγήσει εκ των υστέρων τη συνταγή, προκειμένου να εξασφαλίσει τη μείωση της συμμετοχής του στην αγορά του αντιβιοτικού,
…τότε ένα είναι σίγουρο: ότι καταστρατηγείται αδιακρίτως κάθε όριο σεβασμού μεταξύ των υγειονομικών επαγγελμάτων και αντιποιείται ο ρόλος του γιατρού από το φαρμακοποιό και πολλές φορές από τη βοηθό φαρμακείου, που ερήμην του γιατρού, αναλαμβάνει την πρωτοβουλία επιλογής του σκευάσματος και του δοσολογικού σχήματος που πρέπει να ακολουθήσει ο ασθενής. …και αφού ακολουθήσει ο ασθενής τις οδηγίες του βοηθού φαρμακείου, μετά ή το πληρώνει….ή ακόμη χειρότερα, χιλιοπαρακαλεί το γιατρό με οποιαδήποτε πρόφαση να του το συνταγογραφήσει στο Ασφαλιστικό του ταμείο για να μη το πληρώσει…
Τέτοιου είδους γρηγορόσημα που παρακάμπτουν τον έχοντα την ευθύνη της φαρμακευτικής αγωγής θεράποντα γιατρό, όχι μόνο υποβαθμίζουν κατά πολύ την ποιότητα στις παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας, αλλά θέτουν σε σοβαρό κίνδυνο το όλο σύστημα της Δημόσιας Υγείας.
Ποιος ορίζει και ποιος παρακολουθεί τα δoσολογικά και θεραπευτικά σχήματα, τη χορήγηση του φαρμάκου, τη διάρκεια της θεραπείας, την καταλληλότητα του φαρμάκου, τις ανεπιθύμητες ενέργειες του φαρμάκου….και τελικά ποιος αναλαμβάνει την ευθύνη της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητας του χορηγούμενου φαρμάκου; ο φαρμακοποιός και ο βοηθός του που το χορηγεί ή ο γιατρός που καλείται, χωρίς να εξετάσει τον ασθενή, μετά την απο- και αυτο-θεραπεία του...να το συνταγογραφήσει;
Το όλο φαινόμενο δημιουργεί μια κακής ποιότητας παροχή Υγείας υψηλού κόστους, αφού και ο φαρμακοποιός και ο βοηθός του υποκαθιστούν δεκάδες φορές την ημέρα το θεράποντα γιατρό του ασθενή.
Ορθολογική Πολιτική Φαρμάκου είναι το μήνυμα για όλους. Είναι σημαντικό, κανένας να μην καπηλεύεται τον ασθενή και την ασθένειά του για εμπορικούς λόγους. Ο Ιατρικός Κόσμος θα στηρίξει 1) την Πρόληψη και 2) την Ορθολογική Φαρμακευτική Δαπάνη.
Θα πρέπει να υπάρξει μια σαφέστατη μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης. Αυτό σημαίνει ότι το φάρμακο πρέπει να χορηγείται μόνο σε αυτόν που το χρειάζεται με τον οικονομικότερο δυνατό τρόπο (costbenefitratio) , μέσα από την επιστημονική πιστοποίηση του θεράποντα γιατρού που χρειάζεται και το φάρμακα να διατίθεται στον ασθενή χωρίς μεσάζοντες. Οι πολλοί ενδιάμεσοι σταθμοί από την παραγωγή του φαρμάκου ως την κατανάλωση από τον τελικό αποδέκτη-ασθενή, είναι αυτοί που αυξάνουν τη φαρμακευτική δαπάνη, άσκοπα και χωρίς λόγο. Επίσης, οφείλουμε να πούμε ότι η άμεση χορήγηση του καταλληλότερου για κάθε ασθενή φαρμάκου από το θεράποντα γιατρό του στον ίδιο τον αποδέκτη-ασθενή, θα διασφάλιζε και τη μέγιστη συμμόρφωση στην ενδεικνυόμενη φαρμακευτική αγωγή.
Είναι χρέος της Πολιτείας να διασφαλίσει η εφαρμογή των νόμων από τους πολίτες της. Γι αυτό, πρέπει οπωσδήποτε να υπάρξουν ΑΠΑΡΕΓΚΛΙΤΑ τα κατάλληλα μέτρα στο πλαίσιο που ακολουθεί όλη η Ευρώπη “Κανένα Φάρμακο χωρίς Ιατρική Συνταγή”, να γίνουν τα μέτρα αποδεκτά αυτά από ΟΛΟΥΣ τους επαγγελματίες υγείας και να επιβάλλονται βαρύτατες ποινές σε όποιον δεν τα ακολουθεί.
Στις αρχές αυτής της πολιτικής, που ακολουθείται άλλωστε και σε όλη την Ευρώπη, θα πρέπει να συμμορφωθούν όλοι οι υγειονομικοί: και οι φαρμακοποιοί. Είναι αδιανόητο, να χορηγούνται σε όλη την ευρωπαϊκή ένωση τα φάρμακα με ιατρική συνταγή, και η πολιτική αυτή να μην ακολουθείται μόνο από τους υγειονομικούς φορείς της Ελλάδας.
Κανένα Φάρμακο λοιπόν – από τα συνταγογραφούμενα – δε μπορεί να διατίθεται χωρίς ιατρική συνταγή
Κανένα Φάρμακο – από τα μη συνταγογραφούμενα – δε μπορεί να διατίθεται χωρίς ιατρική συμβουλή.
Αυτή η Πολιτική πρέπει να ακολουθηθεί, μέσα από τρεις πυλώνες: την ασφάλεια του φαρμάκου – την αποτελεσματικότητα του φαρμάκου – και την καλύτερη τιμή του φαρμάκου. Οι δύο πρώτοι πυλώνες είναι ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ του θεράποντα γιατρού. Όσον αφορά την τιμή του φαρμάκου, πρέπει να οριστεί ένα γρήγορο και άμεσο πλαίσιο της πορείας του φαρμάκου από τη παραγωγή στον τελικό καταναλωτή, έτσι ώστε να μειωθεί η φαρμακευτική δαπάνη και κυρίως να μειωθεί η συμμετοχή του φτωχού ασφαλισμένου στο φάρμακο. Δεν είναι δυνατό οι ασφαλισμένοι που έχουν ετήσιο εισόδημα 10.000 ευρώ και εκείνοι που έχουν 100.000 ευρώ, να συμμετέχουν ισότιμα στη φαρμακευτική δαπάνη.
Είναι σημαντικό να υπενθυμίσουμε σε όλους τους επαγγελματίες του υγειονομικού χώρου ότι ακόμη και τα μη συνταγογραφούμενα φάρμακα, ακόμηκαι τα παραφαρμακευτικά είδη, ακόμη και τα προϊόντα ομοιοπαθητικής και εναλλακτικής προσέγγισης, έχουν ανεπιθύμητες ενέργειες, αλλεργικές αντιδράσεις ή αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα.
Ένα ΜΗ συνταγογραφούμενο φάρμακο δε σημαίνει ότι είναι ένα ακίνδυνο φάρμακο.
Επίσης, πρέπει να τονίσουμε ότι τη φαρμακευτική δαπάνη μπορούμε να τη μειώσουμε…όχι με οριζόντιες περικοπές και ακρωτηριαστικές πολιτικές αλλά μέσα από μια καθολική Εθνική Στρατηγική Πρόληψης, η οποία θα στοχεύει στη διατήρηση του Υγιή Πολίτη και στην αποφυγή της νόσησης και της κατανάλωσης φαρμάκου, κάτι που μπορεί να επιτευχθεί για όλους τους πολίτες σε κάθε τοπική κοινωνία με κεντρικό άξονα τον ίδιο το γιατρό.
Προς αυτή την κατεύθυνση, οφείλουν όλοι οι επαγγελματίες υγείας να αναλάβουν την ευθύνη της επιστημονικής τους ιδιότητας και να κατανοήσουν ότι η πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας είναι ιατρική πράξη και η χορήγηση του φαρμάκου είναι ευθύνη γιατρού.
Στην προσπάθεια διαφύλαξης της Δημόσιας Υγείας, ο ιατρικός κόσμος θα αγωνιστεί μέχρι να μπει επιτέλους μία τάξη που θα εξασφαλίζει την καλύτερη ποιότητα υγείας με τον οικονομικότερο τρόπο, ως οφείλουμε απέναντι στον κάθε ασθενή μας.
Πηγή